Η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας με βασικό αναπτυξιακό πόλο την Θεσσαλονίκη, έχει όλες τις βασικές προϋποθέσεις για την περαιτέρω ανάπτυξη υπηρεσιών Ε&Τ. Συγκεκριμένα, διαθέτει σημαντικά Εκπαιδευτικά και Τεχνολογικά Ιδρύματα, καθώς και Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα τα οποία, σε συνδυασμό με τις σύγχρονες υποδομές, μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη και διάδοση των νέων τεχνολογιών στην περιφερειακή οικονομία και να ενισχύσουν την παροχή σύγχρονων επιχειρηματικών υπηρεσιών. Η Περιφέρεια κατέχει την τρίτη θέση όσον αφορά στην ποσοστιαία κατανομή ερευνητικών ιδρυμάτων στην χώρα (13,2%).
Ο εντοπισμός των αδυναμιών, η τεχνολογική στήριξη και ο εκσυγχρονισμός είναι ένα σημαντικό μέτρο που θα επιφέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη στο σύνολο της Περιφέρειας. Έτσι τα παραγωγικά συστήματα της περιοχής θα αποκτήσουν χαρακτηριστικά και μορφές οργάνωσης μεγαλύτερης ευελιξίας και ευφυίας, θα αποκτήσουν συγκριτικά πλεονεκτήματα και θα γίνουν ανταγωνιστικότερα, καθώς, όπως είναι γνωστό, τα υψηλά επίπεδα δραστηριότητας στους τομείς της έρευνας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας, είναι σημαντικά στοιχεία του παραγωγικού περιβάλλοντος στις ανταγωνιστικές περιφερειακές οικονομίες. Ανταγωνιστικά πετυχημένες περιφέρειες θεωρούνται αυτές οι οποίες υιοθετούν στρατηγική προσέγγιση προς την καινοτομία και βοηθούν τις επιχειρήσεις να ολοκληρώσουν τους ίδιους πόρους και να αποκτήσουν εμπειρία σε συνεργασία με κυβερνητικούς φορείς, ιδρύματα ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, οργανισμούς στήριξης επιχειρήσεων και άλλες δομές, για την αποτελεσματική διαχείριση των νέων τεχνολογιών, της καινοτομίας των προϊόντων και των διεργασιών.
Η ανάλυση των μακροοικονομικών μεγεθών έδειξε ότι η Περιφέρεια υστερεί σημαντικά στη χρηματο-δότηση της έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης των επιχειρήσεων σε σχέση με τις ανεπτυγμένες χώρες, ότι η υστερεί ακόμη και έναντι μικρότερων ελληνικών πόλεων και ότι τα ΑΕΙ της περιοχής εξακολουθούν να αποτελούν τους κύριους χώρους παραγωγής ερευνητικού έργου, με αυξανόμενη μεν αλλά όχι ακόμη αξιόλογη σύνδεση με τις ανάγκες και τις προτεραιότητες του επιχειρηματικού κόσμου.
Η Κ. Μακεδονία αποτελεί βέβαια, στις ελληνικές συνθήκες, ένα δυνητικά προνομιακό χώρο δραστηριο-ποίησης ερευνητικού και τεχνολογικού δυναμικού με σημαντικές δυνατότητες αξιοποίησης και ανάδειξης, και αναμένεται μάλιστα σημαντική ανάπτυξη της αγοράς με την εμφάνιση μεγάλων εταιρικών σχημάτων και σύντομα και εμφάνιση ελληνικών προϊόντων με αξιώσεις στην Ευρωπαϊκή αγορά. Το ποσοστό δαπανών Ε&ΤΑ επί του τζίρου προβλέπεται ότι θα αυξηθεί καθώς οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι συντελεί στην απόκτηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος και οι επενδύσεις σε τεχνολογία αναμένεται ότι θα αυξάνονται με σταθερούς ρυθμούς, κυρίως σε τομείς όπως η βιομηχανική πληροφορική, τα ολοκληρωμένα συστήματα διοίκησης (όπως τα συστήματα ERP), τα συστήματα διαχείρισης ανθρώπινων πόρων και τα δίκτυα.
Αν και εκτιμάται ότι στα νευραλγικά θέματα για τις επιχειρήσεις θα εξακολουθήσει να προτιμάται η «in-house» (έστω και περιορισμένης εμβέλειας) ανάπτυξη καινοτομίας, σε περιφερειακά θέματα και σε θέματα πληροφορικής αναμένεται στροφή στην υιοθέτηση / προσαρμογή τεχνογνωσίας και άρα ένταση της ανάγκης για μεταφορά / διάχυση καινοτομίας. Τέλος, ιδιαίτερα μεγάλες θα είναι οι ανάγκες για τον κλάδο της αγροβιοτεχνολογίας, καθόσον η αγροτική παραγωγή και η βιομηχανία μεταποίησης αγροτικών προϊόντων διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην οικονομία της Περιφέρειας. Σε όλους τους τομείς, οι επιχειρήσεις έχουν δύο στόχους: τη βελτίωση της ποιότητας και την αύξηση της αποδοτικότητας της παραγωγικής διαδικασίας.
Στις ελληνικές πόλεις, οι συγκεντρώσεις του επιχειρηματικού τριτογενή έχουν αγνοηθεί, τόσο σε ότι αφορά τον ρόλο τους όσο και το χώρο λειτουργίας τους, τις παρεχόμενες υποδομές και την ποιότητα του περιβάλλοντος, με αποτέλεσμα να μην λειτουργούν ως εξειδικευμένη χωρική νησίδα προσφέροντας τα αντίστοιχα πλεονεκτήματα στην πόλη. Η Περιφέρεια της Κ. Μακεδονίας παράγει το 14,8% του ΑΕΠ της χώρας στον τριτογενή τομέα, αλλά το επίπεδο των προσφερόμενων σύγχρονων παραγωγικών υπηρεσιών στο σύνολο της Περιφέρειας είναι χαμηλό σε σχέση με το μέσο εθνικό επίπεδο, με εξαίρεση τη Θεσσαλονίκη. Το ικανοποιητικό επίπεδο στη Θεσσαλονίκη αποτελεί πάντως μία ευνοϊκή βάση εκκίνησης.